Πέμπτη 3 Μαρτίου 2011

Mηδεια, Medee, Medea

Στιγμές από τη διαχρονία της Μήδειας

Δρ. Αναστασιάδη Δήμητρα

ΕΘΝΙΚΟ ΘΕΑΤΡΟ,  ΕΥΡΙΠΙΔΗ  ΜΗΔΕΙΑ, ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΕΠΙΔΑΥΡΟΥ 1993.

ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ ΕΚΔΟΣΗΣ:  ΓΙΑΓΚΟΣ  ΑΝΔΡΕΑΔΗΣ  – ΔΗΜΗΤΡΑ ΑΝΑΣΤΑΣΙΑΔΗ

Η ιστορία της Μήδειας συνοδεύεται πάντα από τις περιπέτειες της  αργοναυτικής εκστρατείας, το βαρβαρικό παρελθόν, τον ανεπιτυχή έρωτα, την εξορία, τις μαγικό - θρησκευτικές αρετές, την νοσούσα επιθυμία και  κύρια τον ανόσιο φόνο της: την παιδοκτονία.
Μιλώντας για τη διαχρονία της Μήδειας αναγκαστικά μιλάμε για το πώς σχολιάστηκε στους αιώνες το τραγικό πρόσωπο της Μήδειας. Το ίδιο αναγκαστικά συγχρόνως μιλάμε για τις αποδόσεις ή αναλύσεις που δέχτηκαν, κατά καιρούς, οι παραπάνω αναφορές της τραγικής μορφή, ο δημιουργός, η εποχή του, το αρχαίο κείμενο αλλά και τη  ίδια τη πλοκή του δράματος.
Έτσι, πριν τον Ευριπίδη, ακόμα, αλλά και πολύ περισσότερο μετά απ’ αυτόν, η Μήδεια δεν είναι ποτέ ίδια. Αλλάζει προσωπεία, γλώσσες, αποδόσεις, ιδιότητες και χαρακτηριστικά. Έτσι, ώστε σήμερα πια, να μιλάμε για Μήδειες. Η Μήδεια και το δράμα της ερμηνεύεται, ζωγραφίζεται, ξεχνιέται κατά καιρούς και επιστρέφει, αναπλάθεται, σχολιάζεται, ξαναγράφεται, παίζεται συνεχώς και από διαφορετικές μορφές δραματουργίας, τέχνης και ρητορικής: λογοτεχνία, ποίηση, κινηματογράφος, γλυπτική, όπερα, ζωγραφική θέατρο.




Οι Μήδειες πριν τον Ευριπίδη : μαγεία και παιδοκτονία


Οι ερμηνευτικές προσπάθειες για τη μορφή της Μήδειας είναι πολλαπλές, επίμονες και απλώνονται σ’ ολόκληρο τον κόσμο. Και οι ερμηνευτικές αυτές δοκιμές –κατά τη γνώμη μας-αξίζουν ιδιαίτερα γιατί , μέσα από τον προβληματισμό που διανοίγουν στις εκάστοτε  ιστορικό - κοινωνικές , πολιτισμικές αλλά και πολιτικές  αξίες και ιδιαιτερότητες του χώρου και του χρόνου, όπου επιχειρούνται. Η συζήτηση όμως για τη Μήδεια, εκτός από  συζήτηση για τη διαχρονία του αρχαίου δράματος γενικότερα, αποκτά και το ενδιαφέρον  της συζήτησης  για τη γυναίκα στην αρχαία Ελλάδα αλλά και σήμερα, για τον έρωτα, το ταξίδι, την εξορία, τις αντιθέσεις ή τις σχέσεις: πολιτισμού –βαρβαρότητας, θείου - δαιμονικού, καλού – κακού. Έτσι, τα στοιχεία της ζωής και του θανάτου, του φόνου και της αγριότητας, της αγάπης και των αντιθέτων της, του καλού και του κακού , με αφορμή τη Μήδεια διεγείρουν το φανταστικό των μελετητών, συγγραφέων σκηνοθετών που επιχειρούν τη διαχείριση  στο χρόνο και το χώρο του μύθου και της δράσης της  Μήδειας.
Χωρίς ποτέ να γνωρίζουμε οριστικά αν ότι αναζωπυρώνει τη διαχρονική αναζήτηση είναι περισσότερο ο μύθος, η τραγωδία  του Ευριπίδη, ή οι εμπλοκές τους τελικά, σε μια πραγματικότητα ψυχική και ζώσα που διαρκεί από την αρχαιότητα ως τις  μέρες μας.
Έτσι όπως ίσως ποτές δεν πρόκειται να γνωρίσουμε οριστικά τις ομολογίες των αθέατων παιδοκτονιών και παιδοκτόνων στις οικογενειακές σκηνές του καθημερινού μας βίου.
Από την αρχή του Ευριπίδη, οι Μήδειες περιφέρονται παντού, στην τέχνη, και στη ζωή, σιωπηλές ή κραυγαλέες, τρομερές και βουτηγμένες στο μαύρο πάθος, στην επιθυμία. Η διαχρονική τους πορεία είναι πορεία που διαγράφεται στην ιστορία του πολιτισμού για το ρόλο και τη σημασία της αρχαίας τραγωδίας, όπως επίσης και πορεία που φωτίζει τις ψυχικές διαδρομές του τραγικού προσώπου στους αιώνες.

Καταγωγή του  μύθου:  Οι Μήδειες πριν  τη Μήδεια του Ευριπίδη


Αρχίζοντας την αναζήτηση του προσώπου της στο χρόνο, πρωτογνωρίσουμε τη Μήδεια στον προ τραγωδιακό μύθο. Στις μυθικές αυτές αναφορές είναι δεμένη πάντα με την άδοξη μητρότητά της. Η παράδοση μιλά  για τη Μήδεια και τα παιδιά της ως παρουσίες αλληλένδετες. Κορινθιακές ιερουργίες, στο ιερό της Ακραίας  Ήρας  στην Κόρινθο, μαρτυρούν ότι η Μήδεια ήταν ιέρεια της θεάς, ιέρεια της μητρότητας, και εκεί, στη διάρκεια των τελετουργιών, έθαυε τα παιδιά της ως μιαρά για την πόλη, αφού η Μήδεια ήταν ξένη, βάρβαρη και μάγισσα[1], ενώ ο Παυσανίας (11,3) αναφέρει ότι η Μήδεια πετάει τα παιδιά της από την κορυφή του ναού για να τα κάνει αθάνατα. Άλλες πάλι εκδοχές αναφέρουν το θάψιμο ή ο φόνος και ο διασπαραγμός των σωμάτων είναι μέρος τελετουργίας που χαρίζει την αιωνιότητα και την αθανασία, τελετουργίας που η Μήδεια φαίνεται να γνώριζε αφού και οι μυθικοί φόνοι, του αδελφού της, και το κομμάτιασμα του βασιλιά Πελία από τις κόρες του με  προτροπή της Μήδειας υπαγορεύονται από αυτήν την δοξασία.
Σύμβολο της παιδοκτόνας μάνας, η Μήδεια συγχρόνως εμφανίζεται θεότητα της γονιμότητας και της μητρότητας και ίσως το περιστατικό  του Αιγέα με το πρόβλημα ατεκνίας του που εκθέτει στη Μήδεια του Ευριπίδη να εμπνέεται από μια τέτοια εκδοχή.
Εξάλλου, ο Ησίοδος στο τέλος της Θεογονίας  (981) αναφέρει τη Μήδεια ως εγγονή του Ήλιου και ανιψιά της Κίρκης, και ο Απολλώνιος ο Ρόδιος ( που γράφει πολλούς αιώνες μετά, αλλά ζώσει και  προ - τραγωδιακό υλικό) στα Αργοναυτικά Ι,ΙΙ του εξιστορεί για πολλοστή φορά τα κατορθώματα της αργοναυτικής εκστρατείας, αναφέροντας την διαρκώς, ως την ερωτευμένη μάγισσα  που σώσει τον εραστή της και τους συντρόφους του.
Η στερεότυπη εικόνα της Μήδειας –μάγισσας οφείλει  πολλά στον Απολλώνιο, γι’ αυτό και όσοι τον διαβάζουν και ξαναγράφουν μια Μήδεια, υπογραμμίζουν σε μέγιστο βαθμό την πλευρά αυτή ώσπου γίνεται αποκλειστικά το πρόσωπο της μάγισσας που μαγεύτηκε από τις δολοπλοκίες του θεού Έρωτα, που της έστειλαν η Ήρα, η Αθηνά και η Αφροδίτη. Τελειώνοντας με τις παρουσίες της Μήδειας πριν τη Μήδεια του Ευριπίδη, οφείλουμε να πούμε ότι οι δοξασίες πολλαπλασιάζονται, αλλά και συσσωρεύονται γύρω από το πρόσωπό της σε δύο μεγάλους κεντρικούς σταθμούς-άξονες, που αφορούν την ιστορία της: α. Την παραμονή στην Κολχίδα για την κατάκτηση του χρυσόμαλλου δέρατος και β. Την παιδοκτονία στην Κόρινθο.

Οι Μήδειες μετά  τον Ευριπίδη


Οι μυθικές δοξασίες πριν τον Ευριπίδη απέκτησαν, θα μπορούσαμε να πούμε, την καλύτερη δυνατή ισορροπία τους μέσα στην ευριπίδεια εκδοχή για τη μορφή της Μήδειας, αφού ο ποιητής ανάγει τη μορφή της στο ύψος του τραγικού, κρατώντας όλες τις ιδιότητες και καταβολές που έχει το πρόσωπο της από το  μύθο. Ίσως και γι΄αυτό η Μήδεια ασκεί και την πιο μεγάλη ακτινοβολία μέσα στο έργο του, αφού το πρόσωπό της ολοκληρώνεται γίνεται πλήρες και αποθεώνεται σε όλες του τις διαστάσεις. Μετά τη Μήδεια του Ευριπίδη, ο κατάλογος των έργων όπου γράφεται και ξαναγράφεται ή σχολιάζεται Μήδεια είναι μακρύς.
Ενδεικτικά αναφέρουμε στα πιο κεντρικά: Μήδεια του Νεόφρονος,  του Δικαιογένη, του Καρκίνου, του Εύμελου ( Κορινθιακά) και από τους Λατίνους στον Οβίδιο ( Μεταμορφώσεις VII και στην Ηρωϊδα XII)  τον Έννιο που έγραψε δύο Μήδειες κ.ά.
Μετά τον Ευριπίδη, η Μήδεια μοιάζει να κινείται με τα φτερά της γοητείας του έργου του. Ξεφεύγει από το  χώρο του θεάτρου και τη βρίσκουμε όχι μόνο σε δραματουργικούς και ποιητές αλλά και σε γλύπτες, ζωγράφους, αγγειογράφους, σε αμφορείς, κρατήρες, αγγεία κάθε λογής, σε τοιχογραφίες, ανάγλυφες παραστάσεις ρωμαϊκών σαρκοφάγων.
Σε όλες αυτές τις παραστάσεις το δράμα της Μήδειας επαναλαμβάνεται και καταλήγει διαρκώς στην παιδοκτονία και σε θαυμαστές αποδράσεις. Η άλλοτε πάλι το  δράμα της Μήδεια αναπαριστάται μέσα από σκηνές της τραγωδίας του Ευριπίδη. Η Μήδεια, άλλοτε με το μαχαίρι (η Μήδεια πριν την παιδοκτονία, σε μια τοιχογραφία βασισμένη στο πρωτότυπο του Τιμομάχου) να διστάζει ή να επιχειρεί το φόνο, να φεύγει, ή άλλοτε ακόμα σκηνές από τη δολοφονία της κόρης  του Κρέοντα και του ίδιου με τα δηλητηριασμένα πέπλα (ιταλικός κρατήρας του 4ου αι.)
Έτσι, μετά τον Ευριπίδη, και τις ανάγλυφες αναπαραστάσεις, σε αγγεία, κρατήρες καθώς και τις εξακολουθητικές επανεγγραφές του δράματος στην ποίηση, η πρώτη σημαντική σκηνική επανεγγραφή της φιγούρας της Μήδειας επιχειρείται από τον Σενέκα.

Η ρωμαϊκή  Μήδεια


Η ρωμαϊκή Μήδεια φτάνει ως τις μέρες μας άλλοτε μέσα από θεατρικές παραστάσεις, κι άλλοτε μέσα από μεταφράσεις και μελέτες, αλλά πάντα αναβιώνοντας εκείνη του Ευριπίδη, ανάγοντας την, έτσι σε αφετηρία. Η  πλοκή της Μήδειας του Σενέκα διαφέρει, εν πρώτοις, από κείνη του Ευριπίδη στο γεγονός ότι δεν υπάρχουν τα πρόσωπα του Αιγέα και του παιδαγωγού. Κατά τα άλλα η εξέλιξη παραμένει σχεδόν ίδια.
Οι διαφορές,  ωστόσο, της Μήδειας του Ευριπίδη και εκείνης του Σενέκα είναι πολύ βαθύτερες και ουσιαστικότερες. Παρ’ όλες τις ποιητικές αναφορές στην δυναμική του χαρακτήρα της, τις μακριές αντεγκλήσεις του χορού και της τροφού, παρ’ όλους  τους εξομολογητικούς μονολόγους για θυμό και έρωτα, η μορφή της ρωμαϊκής Μήδειας προσεγγίζεται κύρια μέσα από τη μαγική –σκοτεινή όψη του προσώπου της και μέσα από αυτή σκιαγραφείται η δράση της.
Η τραγωδία του Σενέκα, γραμμένη σ’ ένα χώρο και σ’ ένα χρόνο διαφορετικό από  εκείνους της ελληνικής τραγωδίας, κλονίζεται από σύγχυση, χάος και ένταση που δεν απελευθερώνουν ψυχικά ούτε λυτρώνουν. Η ρωμαϊκή Μήδεια δεν δικαιώνεται,  μήτε δικαιολογείται το ψυχικό της πάθος. Πολύ περισσότερο, όταν σε μια έκρηξη  ωμότητας που θυμίζει ότι βρισκόμαστε στην εποχή της Αγριππίνας και του Νέρωνα, η δολοφονία των παιδιών της γίνεται μπροστά στα μάτια του Ιάσονα και μπροστά στα μάτια όλων των θεατών, και την ίδια στιγμή τα πετάει από τη στέγη του σπιτιού της λίγο πριν φύγει. Έτσι ο Σενέκας πετυχαίνει να δώσει μόνο τη φρίκη του κόσμου του και μέσα από τέτοια «θεατρικά εγκλήματα» επί σκηνής, η κάθαρση δεν έρχεται ποτέ, καθώς η αναπαράσταση μιας ψυχικής πραγματικότητας χάνεται  όταν οι αποστάσεις του ήρωα  -επί σκηνής και του ήρωα θεατή μεγαλώνουν τόσο αφόρητα, όσο  το ίδιο αφόρητα μεγάλες ήταν οι αποστάσεις του Ρωμαίου πολίτη από το Νέρωνα που έκανε τις μητροκτονίες και τις παιδοκτονίες από ποιητικά σύμβολα καθημερινή ιδιωτική και δημόσια πράξη.
Στη Ρώμη, ο θάνατος δείχνεται ανοιχτά, καταπρόσωπο στην πράξη και είναι θέαμα. Ενώ στην αρχαία Ελλάδα, ο φόνος υπάρχει  μονάχα μέσα από λέξεις, ποτές μέσα από το θέαμα και  συμβολίζεται για να αποσοβηθεί. Η Μήδεια του Σενέκα προκαλεί ασφυκτικά και αφόρητα το δέος, βρίσκεται δεμένη με την αισθητική των ρωμαϊκών χρόνων και μέχρι τέλους παραμένει ένοχη.
Αυτή η ενοχή –που είναι κληρονομιά  από το Σενέκα –στο πρόσωπο της Μήδειας δεν την εγκαταλείπει ποτέ στις κατοπινές επανεγγραφές του μύθου. Δεν αθωώνεται, ούτε δικαιολογείται το έγκλημά της, μένει ακατανόητο, όπως κα οι επιθυμίες της, τα πάθη της, το παρελθόν της και η δράση της, αφού, μετά τον Σενέκα, τα πάντα γύρω από τη μορφή της συγκαλύπτονται μέσα από το σχήμα της βάρβαρης –γυναίκας –ζηλιάρας –μάγισσας. Το βάθος της ψυχικής χαοτικής χοάνης, που πάλευε η Μήδεια του Ευριπίδη, έχει χαθεί, του αφού μαζί του έχει χαθεί και το μυθικό παρελθόν της.

Άλλες Μήδειες


Έτσι, οι κατοπινές αναγνώσεις του μύθους της Μήδειας από τους :Κορνέϊγ, Γκριλπάστερ, Λεγκουβέ, αναγνωρίζουν στο πρόσωπό της αποκλειστικά τη μαγεία και τη βαρβαρότητα. Στοιχεία, που μεγεθύνουν  την ενοχή της ως μητέρας παιδοκτόνας. Ακόμη περισσότερο, όταν τα ιδεολογικά ρεύματα του Διαφωτισμού και η ερμηνευτική τους αποσταθεροποιούν ιδιαίτερα οτιδήποτε σχετίζεται με το μύθο, την αγριότητα –βαρβαρότητα του χαρακτήρα της Μήδειας, αφήνεται ακάλυπτο και ανερμήνευτο το χάος του τραγικού.
Στο όνομα της οικοδόμησης του πολιτισμού, οτιδήποτε σχετίζεται με τα αντίθετα του απειλεί και εξοστρακίζεται. Και εδώ, η σύγκρουση Ιάσονα-Μήδεια /πολιτισμού –Βαρβαρότητας που ξετυλίγεται στο δράμα του Ευριπίδη αποδεικνύεται προφητική, αφού ο Ιάσονας (στ.1339) την αποδίδει –όλο ειρωνεία:» Έργο τέτοιο δεν θα αποτολμούσε ποτέ καμιά Ελληνίδα Και είναι φανερό ότι η διαχρονική πορεία της Μήδειας, οι ερμηνευτικές αναγνώσεις και οι μεταπλάσεις που την αφορούν ακολουθούν τη λογική του Ιάσονα για τον πολιτισμό, την εξέλιξη, τον έρωτα, τη βασιλεία, τον πλούτο. Και η Μήδεια παραμένει ένοχη, ακάλυπτη, τέρας αγριότητας «σκύλα και λέαινα τυρρηνική» (στ. 1341).
Στους αιώνες που πέρασαν, το τέρας αγριότητας, βαρβαρότητας, πάθους και βιαιότητας, «ωραιοποιήθηκε» με τις καλύτερες δυνατές προθέσεις του Λεγκουβέ και Γκριλπάστερ. Αυτή, η ευρωπαϊκή Μήδεια στα 1865 παίχτηκε στην Αθήνα για πρώτη φορά, με την Ιταλίδα ηθοποιό Ριστόρι, στο θέατρο Μπούκουρα, και κείμενο όχι του Ευριπίδη, αλλά του γάλλου Λεγκουβέ (γραμμένη στα 1854)[2].
Για να ομολογηθεί και να αναγνωριστεί η «τερατωδία» του τραγικού της Μήδειας, χρειάστηκαν οι επίμονες ερμηνευτικές προσπάθειες της ανθρωπολογίας, όπου μελετήθηκαν  ξανά οι μύθοι, καθώς και οι θρησκειολογικές μελέτες των Φραίηζερ και Ελιάντ. Χρειάστηκαν οι φροϋδικές επίνοιες για τους αρχαίους μύθους, για να ομολογήσουμε αιώνες αργότερα ότι οι παιδοκτόνοι, συζυγοκτόνοι, πατροκτόνοι, «τέρατα» δολοφονίας είμαστε εμείς. Και ως προς τη Μήδεια χρειάστηκαν οι αναγνώσεις του Π. Π. Παζολίνι για να ξαναδιαβαστεί αλλιώς η βαρβαρική καταγωγή της.



 Η Μήδεια του Ανούιγ


Ή ακόμα χρειάστηκε η επανεγγραφή της Μήδειας από τον Ανούιγ στα 1946, όπου ια φωτίσει πλευρές της μορφής μοναδικές, ενσαρκώνοντας αρνήσεις μπροστά στις συμβατότητες της ζωής;, κρατώντας ιδιότητες από το μύθο. Η Μήδεια το Ανούιγ σε μια θεατρική πράξη θα σκοτώσει και θα σκοτωθεί, όταν απολογίες ερώτων δεν οδηγούν πουθενά, και όντα ο Ιάσονας θα δηλώνει ότι οι εφηβικοί έρωτες του , τελείωσαν. Επιστρέφοντας έτσι η Μήδεια εκεί που πάντα ανήκει, στο θάνατο, αρνούμενη τον Ιάσονα που ρητά ομολογεί  στη ζωή  οπαδός  «ενός κράτους Δικαίου».

Η Μήδεια του Χ. Μίλλερ



Τελειώνοντας  -αν ποτέ μπορούμε να πούμε ότι τελειώνουν οι επανεγγραφές του μύθου της Μήδειας ή όποιου άλλου αρχαίου δράματος – ωστόσο, η τελευταία νεότερη ανάγνωση – διαχείριση του μύθου της Μήδεια είναι το έργο του Χ. Μίλλερ στα 1982, με την Ερημωμένη όχθη, Μήδεια: Υλικό –Τοπίο με αργοναύτες.  Η Μήδεια εδώ λαμβάνει τα προσωπεία της αγριότητας, της βαρβαρότητας και της φρίκης που φέρνει η κοινωνία δυτικού –ευρωπαϊκού τύπου, σαν εκείνη της Γερμανίας του 1982 ή σαν τη δική μας.
Η φρίκη της Μήδειας ταυτίζεται με τη φρίκη του Μίλλερ για την καταιγίδα των διαφημιστικών σλόγκαν, την παρακμάζουσα επιθυμία για ζωή, τον άξενο χαρακτήρα της πόλης. Τα παιδιά, ο έρωτας, η καταγωγή είναι χαμένα εξ’ αρχής και η κοινωνιολογία του έργου ξερνά τον εαυτό της. Ερωτικός  λόγος δεν υπάρχει, υπάρχει κατάφαση στη σκληρότητα, που εδώ φιλοδοξεί να είναι ποίηση και  δημιουργία. Στη Μήδεια του Μίλλερ μπερδεύονται οι εποχές, οι εραστές  και η πρωτοπορία, αφήνοντάς μας διπλά άπορους: πρώτα για το παρόν μας και κατά δεύτερον για τις εκδοχές του παρελθόντος μαs.
Οι Μήδειες συνεχίζουν τη διαχρονική τους πορεία, σε κάθε θεατρική ανάγνωση –σκηνοθεσία και θα την συνεχίζουν και πέρα από μας. Άλλοτε ως άγγελος σωτηρίας και ιερότητας και άλλοτε ως τέρας καταστροφής και πανουργίας. Οι ψυχικές αποδόσεις και ιδιότητες της θα διαρκούν  όσο θα εξακολουθούν και οι παιδοκτονίες παντός τύπου. Οι αναφορές της θα μεταλλάσσονται, θα μετονομάζονται μέσα στα ερμηνευτικά ρεύματα της αρχαιογνωσίας, αλλά συγχρόνως θα συνθέτουν και θα οριοθετούν την αναπαράσταση και εξιστόρηση των ψυχικών υποθέσεων ενός μυθικού αρχετυπικού προτύπου: εκείνου της Μήδειας.







Ενδεικτική Βιβλιογραφία
o   J. P. VernantP. Vidal- Naquet, Μύθος και τραγωδία στην Αρχαία Ελλάδα, εκδ. Ζαχαρόπουλος, Αθήνα α΄β΄1991.
o   J. P. Vernant, Μύθος και σκέψη στην Αρχαία Ελλάδα, εκδ. Νεφέλη, Αθήνα 1985.
o   M. Mc. Donald, Οι Όροι   της ευτυχίας του Ευριπίδη, εκδ. Οδυσσέας, Αθήνα 1991.
o   G. Steiner, Ο θάνατος της τραγωδίας, εκδ. Δωδώνη, Αθήνα 1988.
o   Ε. R. Dodds, Οι Έλληνες και το παράλογο, εκδ. Καρδαμίτσα, Αθήνα  1978.
o   Mimoso – Ruiz- Quatro, Medee antique et  moderne, Association des puplicites Aspets Rituels et socio - politiques d’ un mythe, Παρίσι 1980.
o   Jean Anouilh, Nouvelles pieces Noires – Antigone, Romeo et Jeannette, Medee, Παρίσι 1968.



[1] Σχόλια για τη Μήδεια από τον γραμματικό Παρμενίσκο.
[2] Ο Λεγκουβέ γράφει τη δική του Μήδεια, κρατώντας ως θέμα κοινό την παραφορά, τον έρωτα, τη ζήλια και αλλάζοντας τελείως τις σκηνές. Αυτή η τραγωδία παίζεται ως και στις Δελφικές γιορτές (1930) μαζί  με τις άλλες τραγωδίες του Γκριλπάρτσερ, Δελαβάλλου και Ζαμπελίου.

2 σχόλια:

  1. αυτο το κειμενο σας με βοηθησε πολυ γιατι κανω μια εργασια με τιτλo ''η προσληψη του μυθου της Μηδειας απο το Μποστ'' για το σχολειο και ηθελα στην εισαγωγη να γραψω για την πορεια της Μηδειας στο χρονο. Το PhD σας μου ''επεφτε'' καπως μεγαλο. Αυτο ομως τελειο!! Ευχαριστω

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Ευχαριστώ πολύ και εγώ, μου φάνηκαν χρήσιμες οι πληροφορίες για το μάθημα της Τραγωδίας που παρακολουθώ στο πανεπιστήμιο.

    ΑπάντησηΔιαγραφή